Η ξεχωριστή παλιά πόλη της Κέρκυρας, με ένα καλά διατηρημένο ιστορικό κέντρο, αποτελεί το ιδανικό μέρος για να εξερευνήσετε την τοπική ιστορία και την υπέροχη αρχιτεκτονική της καθ’όλη την διάρκεια του χρόνου. Κάθε επισκέπτης μπορεί να ζήσει τον τρόπο ζωής της πόλης της Κέρκυρας, να περιπλανιέται ανάμεσα στα διάσημα στενά δρομάκια, τα λεγόμενα “καντούνια” στην περιοχή που ονομάζεται “Καμπιέλο” ή τα μικρά καταστήματα με αναμνηστικά, τις αγορές και τις διάφορες πλατείες. Μπορεί επίσης να απολαύσει ελληνικές τοπικές γεύσεις και στιγμές χαλάρωσης στα τοπικά εστιατόρια και τις καφετέριες ή να ζήσει τη νυχτερινή ζωή της Κέρκυρας.
Η πόλη της Κέρκυρας, πρωτεύουσα του νησιού, είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πόλεις της Ελλάδος χάρις, κατά μέγιστο λόγο, στις ισχυρές επιρροές της σύνδεσής της με την Δημοκρατία της Βενετίας για πάνω από 4 αιώνες, εξ αιτίας της οποίας παρουσιάζει ομοιότητες με παραδοσιακές ιταλικές πόλεις. Η Κέρκυρα, όπως και τα άλλα Ιόνια νησιά, ποτέ δεν κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς, γεγονός που είναι εμφανές σε σχέση με την εμφάνιση πόλεων της υπόλοιπης Ελλάδας. Η παλιά πόλη της Κέρκυρας υπέστη όμως και άλλες επιρροές, πέραν αυτών της κλασικής Ελληνικής και Ρωμαϊκής της κληρονομιάς, που είναι εμφανείς στους πολλούς της αρχαιολογικούς χώρους και το Αρχαιολογικό της Μουσείο, κατά τις περιόδους της Γαλλικής και της Βρετανικής διοίκησης, όπως μαρτυρούν διάφορα σημαντικά κτίρια των τελευταίων αιώνων..
Η παλιά πόλη της Κέρκυρας, περίκλειστη ανάμεσα στις γραμμές της οχύρωσής της που ενώνουν τα δύο της κυρίαρχα Ενετικά φρούρια, πυκνοδομημένη με στενούς δρόμους και με ψηλά κτίρια, είναι σήμερα καταγεγραμμένη στις πόλεις του δικτύου προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Η παλαιότερη εκτός του Παλαιού Φρουρίου συνοικία της, το Καμπιέλο, προσφέρει ιδιαίτερη χαρά στον περιδιαβάζοντα επισκέπτη. Μολονότι οι ιταλικοί βομβαρδισμοί του 1940 και ιδίως ο τραγικός γερμανικός βομβαρδισμός του Σεπτεμβρίου 1943 προκάλεσαν στην πόλη σοβαρότατες ζημιές – περιλαμβάνοντας και την καταστροφή του εντυπωσιακού της Θεάτρου του 190υ αιώνα – επιβίωσαν αρκετά ώστε να συνθέτουν ένα ευχάριστο, σχεδόν ομογενές σύνολο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής: στενοί δρόμοι (τα καντούνια), πολλοί από αυτούς με τοξοτές στοές και μικρές πλατείες. Ο πληθυσμός της πόλης πλησιάζει τις 40.000, χωρίς να προσμετρώνται οι φοιτητές του Ιονίου Πανεπιστημίου και ο συνεχώς αυξανόμενος, μεγάλος αριθμός τουριστών διεθνούς προέλευσης, που κάνουν της Κέρκυρα να είναι μια από τις πιο κοσμοπολίτικες πόλεις της χώρας.
Στη δυτική πλευρά της Σπιανάδας, είναι εμφανής η Γαλλική επιρροή με τον εντυπωσιακό περίπατο του Λιστόν, μια σειρά κομψών κτιρίων σχεδιασμένων στη μορφή της πασίγνωστης παρισινής Rue de Rivoli, στις τοξωτές στοές των οποίων βρίσκονται τα πιο γνωστά καφέ της πόλης. Τα υπαίθρια τραπεζο-καθίσματά τους στο καλυμμένο από ψηλά δέντρα απέναντι πεζοδρόμιο, βλέπουν στον χλοοτάπητα της κάτω Σπιανάδας, όπου το καλοκαίρι διεξάγονται διεθνείς αγώνες cricket. Το παιχνίδι αυτό εισήχθη κατά την περίοδο της Βρετανικής Προστασίας. Η δροσιστική «τσιτσιμπύρα» τοπικής παραγωγής είναι άλλη μια Βρετανικής προέλευσης συνήθεια που μπορείτε να απολαύσετε οπουδήποτε στην Κέρκυρα.
Αν και η οχύρωση του ανατολικού ακρωτηρίου της πόλης έγινε από τους Βυζαντινούς κατά τον 6ο αιώνα, προστατεύοντας την αρχική πολίχνη της εποχής, οι οχυρώσεις του Παλαιού Φρουρίου συμπληρώθηκαν από τους Ανδηγαυούς περικλείοντας όλο το ακρωτήριο και στη συνέχεια εκσυγχρονίστηκαν από τους Ενετούς και συμπληρώθηκαν από τους Βρετανούς. Πριν από την αποχώρηση των τελευταίων με την απόδοση των Ιονίων Νήσων στο Ελληνικό Κράτος το 1864, οι Βρετανοί γκρέμισαν μέρος των οχυρώσεων κατά μήκος του δυτικού μετώπου της πόλης και αυτές που ήταν στην γύρω ύπαιθρο.
Το βορεινό τμήμα της Σπιανάδας κλείνει οπτικά με το εντυπωσιακό Ανάκτορο των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γεωργίου, που κτίστηκε μεταξύ 1819 και 1824 στο τυπικό Γεωργιανό αρχιτεκτονικό στυλ της εποχής από τον πρώτο Βρετανό Αρμοστή, Sir Thomas Maitland, ως επίσημη κατοικία του Λόρδου Αρμοστή και έδρα της Ιονίου Γερουσίας, χρησιμοποιώντας πέτρα και κτίστες από την Μάλτα. Στο επιβλητικό κτίριο στεγάζεται σήμερα το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης της Κέρκυρας, που περιέχει περισσότερα από 11.000 εκθέματα Ασιατικής προέλευσης της προσωπικής Σινο-Ιαπωνικής συλλογής του Έλληνα διπλωμάτη Γρηγορίου Μάνου, ο οποίος την δώρισε στο Ελληνικό Κράτος. Πολλά σημαντικά καλλιτεχνήματα από την Κίνα, την Ιαπωνία και άλλες Ασιατικές χώρες προστέθηκαν έκτοτε στα εκθέματα. Μετά τις εκτεταμένες ζημιές κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, το κτίριο επισκευάστηκε. Ειδικότερα, οι επίσημες αίθουσες του Θρόνου, του Χορού και των Συμποσίων, που υπήρξαν έδρα του Βρετανικού Βασιλικού Τάγματος Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, ανακαινίστηκαν πλήρως από το 1954 ως το 1956 με εξαιρετική φροντίδα, με χορηγίες διαφόρων Βρετανικών και Ελληνικών ιδρυμάτων. Έκτοτε είναι επισκέψιμες και συντηρούνται επιμελώς.
Η μακραίωνη ιστορία της Κέρκυρας χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι διάφορα έθνη και πολιτισμοί, από την αρχαιότητα ως και τον 19ο αιώνα, επεδίωξαν να καταλάβουν τη νήσο εξ αιτίας της σημαντικής στρατηγικής της θέσης. Η επιρροή τους μπορεί να παρατηρηθεί και σήμερα σε πολλές πτυχές της: στην αρχιτεκτονική ιστορικών μνημείων και κτιρίων, στην έξη των Κερκυραίων προς τις Τέχνες, τον σεβασμό τους στις παραδόσεις, την φιλική τους, φιλόξενη διάθεση, ακόμα και στην τοπική μαγειρική.